Η υπέροχη ελιά

Φύλλα ελιάς αντί για πράσινο τσάι!

Εδώ και μερικά χρόνια όλοι οι ψαγμένοι τάχα, ανακάλυψαν το πράσινο τσάι. Το οποίο μπορεί να είναι άριστο, αλλά κανείς δεν ξέρει που και πως καλλιεργείται, και σε τι συνθήκες συντηρείται. Από την άλλη, η χώρα μας είναι γεμάτη με υπέροχα αρωματικά φυτά αλλά και ελαιόδεντρα. Με τα φύλλα ελιάς για τα οποία έγινε τόσος ντόρος και χλευάστηκε το θέμα απ τους “ξύπνιους” δημοσιογράφους, μπορείτε να φτιάξετε ένα υπέροχο αφέψημα. Την επόμενη φορά που θα βρεθείτε στην εξοχή, οπωσδήποτε μπορείτε αφού ζητήσετε την άδεια του ιδιόκτητη να μαζέψετε όσα φύλλα ελιάς θέλετε (προσοχή να μην είναι πρόσφατα ραντισμένα). Γίνεται υπέροχο τσάι αν βράσετε αρκετά φύλλα ελιάς και δυο φύλλα φασκόμηλου. Αν μείνει δε και λίγη ώρα θα πάρει ένα υπέροχο χρώμα. Και δεν χρειάζεται καθόλου γλυκαντική ουσία.

Είναι γνωστό ότι το πράσινο τσάι είναι αντιοξειδωτικό και αντικαρκινικό, όμως και τα φύλλα ελιάς το ίδιο, και επιπλέον βοηθούν στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, έχουν αντιοξειδωτική και αντιυπερτασική δράση, αναστέλλουν την συγκόλληση των αιμοπεταλίων, ρίχνουν τη χοληστερίνη και βοηθούν στην αύξηση της ενεργητικότητας και την αντιμετώπιση της χρόνιας κόπωσης.

Ένα δώρο της μεσογειακής φύσης που το αγνοούσαμε ως τώρα, είναι καιρός να το απολαύσουμε. Εμείς μόνιμα στην τσαγιέρα, όταν δεν έχουμε λουίζα ή φλαμούρι απ την αυλή μας, βράζουμε φύλλα ελιάς με λίγο φασκόμηλο. Σας συνιστώ να το δοκιμάσετε οπωσδήποτε! Για να μην πω και για την οικονομική πλευρά, γιατί θα νομίζετε οτι αυτό είναι κυρίως το κίνητρο.

Αλλά αν βρείτε ελαιόδενδρα αυτή την εποχή θα έχουν και ελιές. Αγοράστε και φτιάξτε τις μόνοι σας. Στο διαδίκτυο θα βρείτε πολλούς τρόπους. Αλλά οι ελιές εκτός από υπέροχος και ωφέλιμος μεζές, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν πρώτη ύλη για πολλές λιχουδιές.

Εγώ έφτιαξα, πάστα ελιάς για άλειμμα

που χρησιμοποιήθηκε και για γέμιση σε αυτά τα σφολιατάκια

Και επίσης, με ελιές έφτιαξα γλυκό του κουταλιού, και λικέρ

Και μην νομίζετε οτι είναι μόνο αυτά. με ελιές μπορείτε να φτιάξετε υπέροχο ελιόψωμο, μια πλήρη τροφή αν το αλεύρι είναι ολικής άλεσης. Και επίσης μπορείτε να μαγειρέψετε κουνέλι με ελιές ή κοτόπουλο με ελιές.Τι άλλο θέλετε πια να σας πω για να σας πείσω. Αντε, αύριο θα είναι μια υπέροχη Κυριακή, αφού θα προμηθευτείτε φύλλα ελιάς και ελιές, οπότε θα έχετε δουλειά ως αργά το βράδυ…

Ολα αυτά τα υπέροχα είναι φτιαγμένα με περσινές ελιές βέβαια, αφού αυτή την εποχή είναι ακόμα άγουρες.

ΜΗΝ ΣΑΣ ΤΡΟΜΆΖΕΙ Η ΛΙΑΝΑ ΜΕ ΤΟ ΨΩΜΙ ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΛΑ

Λοιπόν “συνταγή” που την εφαρμόζω εδώ και χρόνια και είναι για δύο άτομα. Μία φορά την εβδομάδα αγοράζω ένα πλήρες και τρία ημιαποβουτυρωμένα αγελαδινά γάλατα. Το πλήρες το κάνω γιαούρτι και το ένα ελαφρύ το κάνω ξινόγαλο. Από τα άλλα δύο, το ένα το βάζω στην συντήρηση και το άλλο στην κατάψυξη, και το βγάζω όταν τελειώσει το πρώτο.

Στην φωτογραφία γιαούρτι που είχα κάνει με δύο κιλά γάλα

Είναι γάλα γνωστού εργοστασίου της Θράκης, που το κάνει ειδική παραγγελία το ΣΜ με άλλο όνομα και το πουλάει το πολύ 80 λεπτά. Έτσι με 4Χ0.80=3.20 ευρώ έχω ξινόγαλο για το πρωινό του άντρα μου, γιαούρτι, και γάλα για το πρωινό μου για μια βδομάδα. Δεν μπορώ να φάω πια άλλο γιαούρτι γιατί έχουν μια μυρωδιά, γιατί οι βιομηχανίες δεν χρησιμοποιούν πάντα γιαούρτι φυσικό για μαγιά. Και το έτοιμο ξινόγαλο έχει αλάτι που ανεβάζει την πίεση και είναι σκέτο νερό.
Και ας πάμε στο ψωμί. Με ενάμιση κιλό αλεύρι ζυμώνω πολύ εύκολα ψωμί για μια βδομάδα. Παίρνω αλεύρι ολικής άλεσης και σκληρό άσπρο αλεύρι για ψωμί και το φτιάχνω πολύ εύκολα με το μίξερ χειρός. Μαγιά αγοράζω σε σκόνη, και σε συσκευασία μισού κιλού, που τη βάζω στην κατάψυξη και έτσι έχω για ένα χρόνο. Τώρα πια είναι αδύνατον να φάμε αγοραστό ψωμί που με τα βελτιωτικά του γίνεται σαν αφρολέξ, άσε που πειράζει στο στομάχι.


Νομίζετε σας βάζω δύσκολα; Μπα… αν το κάνετε μια δυο φορές θα σας αρέσει. Κοιτάξτε τις φωτογραφίες μου, κοιτάξτε και τα έτοιμα προϊόντα που αγοράζετε… Και το κόστος, που βέβαια δεν ήταν το αρχικό κίνητρο, υπολογίσαμε ότι γλιτώνουμε 5 ευρώ την ημέρα, δηλαδή 150 το μήνα. 12Χ150=1800  ευρώ το χρόνο! Απίστευτο ε;

Άσε μας ρε Λιάνα… πάνε στην κουζίνα σου να ζυμώσεις και να πλύνεις κανένα πιάτο 🙂

ΨΗΦΙΔΕΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΟΥ ΧΑΝΟΝΤΑΙ

Ένα σύντομο ταξίδι, και μια επίσκεψη στο σπίτι της φίλης που μας περίμενε. Συναδέλφισα στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και η γνωριμία μας μέσα από τα συνέδρια του κλάδου. Φίλη που την βλέπουμε τόσο σπάνια, και όμως όταν πέτυχε η κορούλα μας στο ΤΕΙ Ιωαννίνων και όπως όλοι οι γονείς ήμασταν πελαγωμένοι, η φίλη μας μας περίμενε με το κλειδί του σπιτιού της στο χέρι. Με το ελεύθερο να μείνουμε εκεί ώσπου να τακτοποιηθεί η κόρη μας. Τώρα μας περίμενε στο όμορφο χωριό της όπου φροντίζει την μητέρα της με γεροντική άνοια. Μια γλυκιά γριούλα που ρωτάει συνέχεια “ποια είσαι συ”, και μετά από 2 λεπτά τα ίδια “ποια είσαι εσύ”. Έφυγα με μόνιμο το ερώτημα: Τι σκέφτεται η ηλικιωμένη γυναίκα ξαπλωμένη στο νοσταλγικό κρεβάτι; Ποιες εικόνες απ την πολυτάραχη ζωή της γενιάς της σβήνονται σιγά σιγά, ίσως και για πάντα; κανείς δεν θα το μάθει……
Δεν γράφω τίποτα άλλο, απολαύστε φωτογραφίες!

Μόλις μπήκα στην αυλή είδα αυτό το ζεστό κάθισμα, ο κορμός του δέντρου, σκεπασμένος με το εργόχειρο το φτιαγμένο από περισσεύματα μαλλιών. .

Μπαίνω παρείσακτη στο δωμάτιο της γιαγιάς και φωτογραφίζω τρέμοντας από συγκίνηση, θαυμασμό και ενοχή.

Βγαίνοντας απ το σπιτάκι στο βάθος της αυλής, αντικρίζω το χώρο όπου ακόμα “και η βασίλισσα της Αγγλίας θα πήγαινε μόνη της”

Οι φωτογραφίες στην κρεβατοκάμαρα είναι πολύ προσεκτικά τραβηγμένες, και δεν αποδίδουν την ατμόσφαιρα που επικρατεί με το πανέμορφο σιδερένιο κρεβάτι και την περίτεχνη καρυδένια ντουλάπα που είναι προίκα της κ. Ανδρονίκης, της παλιές φωτογραφίες απ τα σημαντικά γεγονότα της ζωής της και τα τιμητικά διπλώματα, τα δικά της και του άντρα της. Δεν ήθελα να την ταράξω με την παρουσία μου και το φλας… Λίγα να βλέπετε και πολλά να φαντάζεστε.

Με τις προωθήσεις δεν σώζουμε το περιβάλλον.


Με αφορμή ένα ηλεκτρονικό μήνυμα που ετοιμάστηκα να προωθήσω και μετά να προχωρήσω παρακάτω.

GL-The End of Plastic Bag

Το σκέφτηκα για λίγο και είπα, εντάξει θα κάνουν το ίδιο και οι φίλοι μου, και μετά και οι φίλοι των φίλων μου, και οι φίλοι των φίλων των φίλων μου,…. Οπότε αποφάσισα πρώτα να κάνω πράξη όσα τόσο καιρό τα λέμε στο σπίτι, αλλά αν και προσπαθήσαμε τελικά δεν τα εφαρμόσαμε. Και ιδού κάτι απλό. Αν ψάξουμε σε όλο το σπίτι, σε ντουλάπες, μπαούλα, συρτάρια, θα βρούμε σίγουρα κομμάτια υφασμάτων, δαντέλες, τρέσες, και άλλα υλικά ραπτικής. Ακόμα και μεταχειρισμένα ρούχα που δεν μας κάνουν ή έχουν φθαρεί σε μερικά σημεία, μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε. Τι να τα κάνουμε; μα υφασμάτινες τσάντες, που θα αντικαταστήσουν τις πλαστικές σακούλες για τα ψώνια μας. Θα τις έχουμε για πολλά χρόνια, γιατί θα πλένονται και θα χρησιμοποιούνται πολλές φορές. Άσε που το κάθε κομμάτι τους κάτι θα μας θυμίζει.

Έφτιαξα λοιπόν τις δύο αυτές τσάντες, με τσέπες για τις αποδείξεις και κατάλληλα ραμμένη τη βάση ώστε να έχουν όγκο.

Αυτές είναι κατάλληλες για το σούπερ μάρκετ αλλά για μια βόλτα στην αγορά για μερικά ψιλοπράγματα χρειάζεται μια πιο μικρή. Έτσι έφτιαξα και την επόμενη.

Σε μια απλή βόλτα πιθανόν να αγοράσουμε π.χ. ένα κραγιόν, ένα κουτί χάπια, ένα μασουράκι, μια μπαταρία,.. όλα από διαφορετικά μαγαζιά, που θα μας δώσουν αντίστοιχο αριθμό σακουλιών. Ε μπορούμε να αποφύγουμε όλες αυτές τις πλαστικές σακουλίτσες χρησιμοποιώντας αυτή την τσάντα.

Την έφτιαξα πιο μικρή για να είναι εύχρηστη, αλλά επειδή πηγαίνοντας στην αγορά μπορεί να θυμηθώ και άλλα πράγματα που χρειάζομαι, και να μην χωράνε σ’ αυτήν, μπορεί να μεγαλώνει. Ξεκουμπώνω τις σούστες που έραψα και γίνεται μια μεγάλη τσάντα σαν τις προηγούμενες.

και η άλλη πλευρά

Και μια ιδέα για το τι να κάνετε τα σφιχτά αυγά που σας περισσεύουν. Εσείς βάψατε όμορφα και πλούσια τα αυγά σας, τσουγκρίσατε, ευχηθήκατε αλλά δεν φαγώθηκαν και πολλά, το ξέρω. Τα παιδιά μόνο τα σπάζουν και άντε να φάνε μισό και αυτό γιατί τους εντυπωσιάζει το κόκκινο χρώμα. Κάντε λοιπόν αυτό που έκανα και εγώ. Αυγά τουρσί με βότανα (στο διαδίκτυο θα βρείτε πολλές συνταγές). Ναι είναι μια εβραϊκή μάλλον συνταγή και εγώ την εφήρμοσα για δεύτερη φορά. Σε ένα μήνα θα μπορούμε να τρώμε το μεζεδάκι μας.

Τι θυμήθηκα τώρα, όταν ήμουν παιδί το Πάσχα έβγαζα αναφυλαξία απ τα πολλά τα αυγά. Τότε τσουγκρίζαμε στο δρόμο με τα άλλα παιδιά και όποιος νικούσε έπαιρνε το αυγό του άλλου και το έτρωγε εκεί επί τόπου. Ο δρόμος ήταν γεμάτος με κόκκινα αλλά και άλλα χρώματα τσόφλια. Άντε και του χρόνου, με υγεία!

Τρεις αυλές – τρεις απόψεις

Αν κάνετε μια βόλτα στην εξοχή, θα δείτε πολλές αυλές τελείως διαφορετικές μεταξύ τους.

Εγώ φωτογράφισα μόνο τη γειτονιά μου

Και πρώτα την αυλή του εξαιρετικού γείτονα που αφιερώνει δύο τρίωρα την ημέρα στην φροντίδα του κήπου του

Στη συνέχεια βλέπετε την αυλή της αχαρακτήριστης γειτόνισας που πολύ συχνά ψεκάζει τα χόρτα και τα καίει γιατί φοβάται τα φίδια, και ας βόσκουν μετά εκεί οι κότες της. Να σας παραγγείλω αυγά;

Και ιδού η δικιά μας αυλή! εδώ όπως παρατηρείτε ο καθένας κάνει ότι θέλει, άνθρωποι, ζώα, φυτά, χωρίς να ενοχλεί ο ένας τον άλλο

Για πέστε μου τώρα, που θα θέλατε εσείς να κάνετε κωλοτούμπες; να παίξετε μπάλα, να κάνετε κούνια στα δέντρα; Ή καλύτερα να βάλετε μια αιώρα και να πάρετε το βιβλίο ή το λαπ τοπ αγκαλιά, ή ότι άλλο «επιθυμείτε στην αγκαλιά σας να το βρείτε»?

Το φιντανάκι

Ήταν ένα τόσο δα φιντανάκι, που το απέσπασαν βίαια απ τη μάνα του, μα γεμάτο απ τους χυμούς της, μπορούσε σίγουρα να επιβιώσει. Δεν το ενδιέφερε και τόσο που έφευγε από κοντά της, αλλά αυτό που ήθελε ήταν να ταξιδέψει, να γνωρίσει άλλους κόσμους και κυρίως να είναι αύταρκες. Βαλμένο στη σειρά με πολλά άλλα μαζί, της ηλικίας του, προσπαθούσε να ριζώσει στο καινούριο του περιβάλλον. Μία ορμόνη και η ενισχυμένη τροφή μέσα στο νερό με ένα σωρό μεταλλικά άλατα, προφυλαγμένο μέσα σε θερμοκοιτίδα, βοήθησαν ώστε γι’ αυτό να μην χρειάζονται ιδιαίτερες δυνάμεις.

Ένα πρωί, όταν ο ήλιος ήταν ακόμα στον ορίζοντα, το ξερίζωσαν όπως και τα άλλα αδέλφια του, και τα έβαλαν το καθένα σε δικό του σπιτάκι. Αν και πόνεσε πολύ, του άρεσε αυτό, και με τη βοήθεια των συμπληρωμάτων διατροφής τα κατάφερε και πάλι να ριζώσει στο νέο του σπιτικό. Ήταν σίγουρο ότι εδώ θα μεγαλώσει και θα δημιουργήσει τους κλώνους του. Μα ποτέ κανείς δεν ορίζει απόλυτα τον εαυτό του, και ένα δροσερό πρωινό με λιακάδα, άνθρωποι κατέκλυσαν τον χώρο του ιδρύματος, και τότε άκουσαν τα φιντανάκια για χρήματα και για την αποτίμηση της αξίας τους σε ευρώ.

Μαζί με άλλα φιντανάκια, σε διάφορα σχήματα και χρώματα, το φορτώσανε σε ένα αυτοκίνητο όπως άκουσε να το λένε, και ταξίδεψε πολύ μακριά πια. Και πάλι η χαρά του ήταν απέραντη, ανάμεικτη με άγχος όμως, γιατί δεν ήθελε πια άλλο ξερίζωμα, δεν άντεχε άλλο σοκ.

Κάποτε, αφού ταξίδεψαν στον απέραντο κάμπο, έφτασαν στο Μαγικό, και αφού πέταξαν το χαλασμένο πια μικρό σπιτάκι του, που μέσα σε αυτό ασφυκτιούσε και δεν μπορούσε να τεντωθεί, το έβαλαν στη μάνα Γη! Α, εδώ τώρα μπορούσε να απλώσει ρίζες προς όλες τις κατευθύνσεις και προπαντός βαθιά, προς την υγρή και ζεστή καρδιά της. Και τα λιγνά κλαδιά του θέλανε να φθάσουν τον ήλιο. Έγινε πια μια λυγερή κοπέλα που με αρμονικές, χορευτικές κινήσεις, τυλιγόταν και σκαρφάλωνε στο μεταλλικό, όμορφα βαμμένο, πλέγμα. Έγινε μια κοπέλα δύο μέτρα ψηλή, και φούντωσε, ομόρφυνε, και ήταν σίγουρη ότι αν μεγαλώσει κι άλλο, θα ανεβεί επάνω στη στέγη, και τότε πια θα βλέπει πολύ μακρυά, πάνω απ τα λιόδεντρα, τη θάλασσα αλλά και τα βουνά. Το άρωμά της μεθούμε τα έντομα που οργίαζαν γύρω της. Έκανε πολλά όνειρα, μα ήρθε χειμώνας, και δεν το άντεχε το κρύο, καλύτερα να κοιμόταν σκέφτηκε, και να περιμένει……

Όμως… την Άνοιξη, εγώ με αγωνία έβλεπα τα λεπτά κλαδάκια της, γυμνά, χωρίς ίχνος ζωής. Ένα μόνιμο σφίξιμο, είχα στην καρδιά μου. Να βλέπω όλα γύρω να φουντώνουν, τα λουλούδια να ανθίζουν, τα έντομα ένα σύννεφο βουερό, τα παιδιά να τρέχουν και οι δεκαοχτούρες να επαναλαμβάνουν το νούμερό τους, το 18. Αλλά η κοπελιά μου γυμνή και ξερή, τυλιγμένη γύρω απ τα όμορφα σίδερα.

Και ένα πρωί, τα είδα. Ναι ήταν κάτι μικρά φυλλαράκια, σαν το κεφάλι της καρφίτσας!!! Σκίρτησα, έβαλα τα γυαλιά μου, και βεβαιώθηκα. Η κοπελιά μου έχει ζωή. Ξέρει εκείνη, τώρα είναι η ώρα της. Άρχισα να στέλνω ηλεκτρονικά μηνύματα, ήθελα να μεταδώσω την ελπίδα! Υπάρχει ελπίδα τελικά για όλους! Και το όνομα αυτής Λουίζα!

Το ξέρω ότι όλοι έχουμε ένα όριο ζωής, μα δεν στρέχω να βλέπω κανέναν να λειώνει, κανέναν να στεγνώνει… Μου είναι αβάσταχτο._

Δαντελένια κουρτινάκια για εξαρτημένες διαδικτυακές

Χρόνια τώρα ήθελα κουρτινάκια που να πληρούν τις εξής προδιαγραφές.

  1. να ταιριάζουν σε ξύλινα παράθυρα

  2. να μ αρέσουν

  3. να μην σκοτεινιάζουν τον χώρο

  4. να μην έχουν πολύ κόπο

και βρήκα αυτή την λύση.

Τώρα αν εσείς θέλετε να πάρετε το βελονάκι και να πλέξετε, θα φτιάξετε σίγουρα αριστουργήματα. Μπορείτε επίσης να πάρετε άσπρο λεπτό λινό και να κεντήσετε σε κοφτό ασπροκέντημα, οπότε τα δικά σας θα είναι έργα τέχνης!. Οπότε πάω πάσο. Όμως θα πρέπει για μήνες να ξεχάσετε τον υπολογιστή σας. Τι; δεν γίνετε αυτό; Εμ, γι αυτό σας λέω. Αγοράστε μεταξωτή δαντελένια κουρτίνα με το μέτρο που όταν κοπεί δεν χρειάζεται στρίφωμα.


Κόψτε τις κουρτίνες σας, στο μέγεθος που θέλετε και περάστε τις άκρες γρήγορα πάνω από τη φλόγα ενός κεριού για μεγαλύτερη αντοχή αν και δεν είναι απαραίτητο.


Αγοράστε και λεπτά μπρούντζινα κουρτινόξυλα, κρεμάστε τις …. και με γεια σας


Ατέλειωτες μαγειρικές διαδρομές για γλυκό ύπνο!


ΣΥΝΤΑΓΗ : Κοτόπουλο με Ουισκι

Αγοράζετε ενα
κοτόπουλο 1200 γρ. και ενα μπουκάλι Ουίσκι

Προβλέψτε , αλάτι, πιπέρι ,ελαιόλαδο, και μπείκον σε λωρίδες

Για καλό και
για κακό βεβαιωθήτε οτι εχετε και ενα βάζο
μαγιονέζα

Τυλίξτε το
κοτόπουλο με τις λωρίδες, αλατοπιπερώστε, και
ρίξτε μία υποψία ελαιόλαδου

Προθερμάνετε
τον φούρνο σε μεσαία θερμοκρασία, (220 βαθμοί ή
θερμοστάτης στο 5 ) για 10 λεπτά

Σερβιριστείτε ενα ποτήρι Ουισκι και πιειτε το

Βάλτε το
κοτόπουλο στον φούρνο αφου πρώτα το τοποθετήσετε σε
καταλληλο σκευος

Βάλτε και
πιειτε ακόμα ενα ποτήρι Ουισκι

Επαναλάβατε αυτο το βήμα αλλες δυο φορές

Μετά απο ένα
τέπαρτο φουρνίστε το ανοιγμα για να επιγλέψετε το
κλείσειμο του ψοτόπουλου

Λιάστε ξανά
το ουικάλι του Μπίσκη και καπιατήτε μια καλή
λουγία

Μετά απο ενα
κετα.. οχι πέταρτο της ώρας, αργότερα τελος
πάτνων ….

κλιτρίστε μέχρι τον μπούρνο

ανοίφτε την χόρτα, ξεγυρνίστε, απαναδονήστε

βάλτε τελος παντων το φωτόπουλο απ την αλλη

καφήστε σε
μια λωκο καλέκρα και καβετάστε κανα’δυό φατήρια
Κίσκη αμόκα

Νυστε, λυστε
ψηστε το κουφόλουπο για μιση φώρα ακόμα .

3 λοτήρια
αρφότερα ….

Ζαμέψτε το
γατόπουλο απο χαμω, ( επεσε το μακαλισμένο) ,
καφαρίστε το, και γάλτε το σε μιάτο

Φτάτε τα
κούτρα σας απο το νέσιμο στο κάτωμα απ τα γάδια που
μυθικαν στα κλαπάκια της μουζινας

μην
αποχειραθητε να κησωθειτε, μια φαρά ειμαστε εδω μάτω

απομελειώστε το δουκάλι του Ρίσκι

αργόμπερα
σαρθήτε ως το κρεμάτι και κοιθωμητε ως το χρωι

Την επομενη
μέρα , παρτε ενα αλκα σελτζερ

Πηγαινετε να φάτε κρύο kοτόπουλο με μαγιονεζα

και καθαρίστε το μπουρδέλο που δημιουργήσατε στην κουζινα


την αλλη
βδομάδα θα δοκιμασουμε την Κρητικη
συνταγη : Κατσικακι με τσικουδια !!!

Στα κουσούρια ντ’ μπαμπά μ’. (μεθεόρτια)

Μια βδουμάδα μιτά τ Αγίου Δημητρίου μ’ έστειλιν η μάμα μ’ στου φούρνου να πάρου δυο λαμαρίνις. Ήταν Παρασκηυή, κι πως χάρ’κααα πλαλώντας πήγα κ’ ήρθα. Τς λαμαρίνις τς έπιρνι όταν ήθιλι να κάμ’ κουλούρια.

Τι θα κάν’ς μάμα;” “Θα κάνου κουλούρια κι ινδουκάρυδα, γιατί μπουρεί να ‘ρθει καμία τ’ Κυριακή μιτά τν Ικκλησία και δεν έχου τίπουτα να ξιντροπιαστώ. Αύριου θ’ ρθει κ’ η θεία σ’ να μι βουηθήσ’” . “Αφού πέρασιν η γιουρτή ντ’ μπαμπά μ’” “Θα έρχουντι για τα κουσούρια”

Του Σάββατου είπι κρυφά κι του μπαμπά μ’ να φέρ’ ικατό δράμια μαργαρίτις να έχ’, και προυί προυί άρχίνσαν. Ιμάς μας έλιγαν να πάμι να παίξουμι να μην τσ’ αμπουδάμι μα ημείς εικί τριγυρνούσαμι.

Έκαμαν κουλούρια για βουτήματα κι τ’ αράδιασαν στ’ μια τ’ λαμαρίνα κι ύστιρα έκαμαν ινδουκάρυδα. Σαν κουλούρια ήταν κι αυτά αλλά τα έλιγαν πτιφουρ μι ινδουκάρυδου. Έβαζαν του μαλακό ζυμάρ’ που είχι μέσα τριμμένου ινδουκάρυδο, σι ένα χουνί μι δόντια στν άκρ’ κι του πατούσαν και έβγιναν στρόγγυλα κουλούρια μι μύτις. Έβαζαν κι στ’ μέσ’ μισό κεράσι’ γλυκό, κι τα έβαλαν κι αυτά στν άλλ’ τ’ λαμαρίνα. Μιτά πήγαν κι τσι δυο τς λαμαρίνις στου φούρνου.

Όλ’ θέλαμι να πάμι να τα πάρουμι απ του φούρνου, μα δε μας άφσαν. “Μι τιλειώσατι του γλυκό μι τιλειώσατι κι τα τσικουλατάκια κι όλα, δεν έχουμι τίπουτα να κιράσουμι, Θα σας δώσου ιγώ απού ένα”


Οταν τα έφιραν στου σπίτ, ημείς απού πάν. Άλλα κόλ’σαν κι άλλα έσπασαν. Αυτά μας τα μοίρασαν. Τα άλλα τα ‘κρυψαν. Οι τρεις θιραπαύκαμι, μας έφτασαν αυτά που φάγαμι, αλλά ου Γιάγκους όλ’ τ΄νύχτα σαν σφιντσιότκους παπάς ανέβνι κατέβνι τς σκάλις αλλά δεν έβρισκι που τά κριψιν η μάμα μας.

Ντ’ Κυριακή, όταν απόλκιν η ικκλησία, ήρθαν οι θείις απ’ τ’ γειτουνιά και πήγαν όλις στν καλή ντ’ κάμαρ’. Η μάμα μ’ κιρνούσι κι η αδιλφή μ’ ντ βουηθούσι. Η Γιάγκους παραμόνιβι να δει που έκρυψαν τα κουλούρια για να ξέρ’ για άλλ φουρά. Πρώτ’ φουρά δεν τα βρήκι κι κόντιψιν να σκάσ’. Όξου απ’ ντ καλή ντ’ κάμαρ’ είχαμι μια μιγάλ’ σάλα, μι μιγάλα παράθυρα και δαμάσκου κουρτίνις. Εικί πίσου απ’ τς κουρτίνις κρέμασιν η μάμα μ’ τ’ σακούλα μι όλα τα κιράσματα. Δεν είπι τίπουτα η αδελφόζουμ, πήγι κι πήρι τς γκαζιές.

Απάν’ στου τραπέζι ήταν η φουντανιέρα μι τς μαργαρίτις τα τσικουλατάκια. Άσπρ’ πουρσιλάν’ μι ουρανί λουλούδια, που τ’ έφιρι η γιαγιά μ’ απ’ τ’ Σιάτιστα. Έβαλιν ένα κουρσούμ’ μέσα στου χέρι τ’ η Γιάγκους, κι μι του μιγάλου δάχτυλο του έστειλι στ’ φουντανιέρα. Μόνο του καπάκι έμεινι. Ύστηρα, όταν η μάμα μ’ μι τουν μιγάλου του δίσκου γιμάτου πουτήρια κι πιατάκια μι γλυκό πήγι να κιράσ’ έβαλιν κι του καλό του πουτήρ’ στου σημάδ’ κι γέμισιν η τόπους λυλίτσια.

Θύμουσιν η μάμα μ’ γούρλουσιν τα μάτια, κι είπι ότ’ έλιγιν όταν θύμουνι “Α στην ευχή της Παναγίας”

 

κουσούρια=μεθεόρτια

πλαλώντας=τρέχοντας

100 δράμια = 320 γραμμάρια (400 δράμια = Μία οκά = 1.282 γραμμάρια)

αμπουδάμι=εμποδίζουμε

θιραπαύκαμι=θεραπευτήκαμε-ευχαριστηθήκαμε

απόλκιν η ικκλησία=απέλυσε (τον κόσμο) η εκκλησία – τελείωσε η λειτουργία δηλ.

δαμάσκο = είδος πολυτελούς υφάσματος, αδιαφανές (δεν υπήρχαν πατζούρια τότε στον Κολινδρό και στα παράθυρα βάζανε εκτός απ τις λεπτές κουρτίνες και άλλες αδιαφανείς)

γκαζιές=μπίλιες

λυλίτσια=κομματάκια γυαλιού

Σύνδρομο στέρησης

Έχω προκαταβολικά σύνδρομο στέρησης.  Για δέκα ημέρες θα είμαι χωρίς σύνδεση στο διαδίκτυο και μακριά από την Ξάνθη, το σπίτι μου και την κολώνα του! Όμως θα δω τα παιδιά μου και κάποιους φίλους απ το διαδίκτυο, τι άλλο να θέλω;

Φαντάζομαι οτι τα μηνύματα και οι αναρτήσεις εδώ,  θα είναι τόσο πολλά που θα είναι αδύνατον να τα διαβάσω όταν γυρίσω, επομένως και δύσκολο να απαντήσω.

Στη φωτογραφία, η Ξάνθη με το ρολόι της και τα φιλικά βουνά της, Κυριακή απόγευμα!

Previous Older Entries